Ζωγράφος, γλύπτης, Καλλιθέα (Προστοβά) Αγρινίου, 1944
Σπούδασε γλυπτική στην ΑΣΚΤ (1966-1971) με δάσκαλους τους Δ. Καλαμαρά, Γ. Μόραλη, Ν. Νικολάου και Γ. Παπά, αλλά νωρίς μεταπήδησε στο χώρο της ζωγραφικής, αναπτύσσοντας μεγάλη δραστηριότητα. Στη γλυπτική εργάστηκε κυρίως σε μαλακά υλικά, όπως το ξύλο και ο πωρόλιθος, δημιουργώντας συνδέσεις με αφαιρετικές τάσεις. Στη ζωγραφική δέχτηκε γόνιμες επιρροές από την αρχαία ελληνική αισθητική και από νεοτερικά ρεύματα, που του επέτρεψαν να διαμορφώσει ένα προσωπικό ύφος. Επιδίδεται στο σχέδιο (μολύβι, μελάνι, κάρβουνο), την υδατογραφία, την ελαιογραφία, την κρητιδογραφία και στη χρήση ακρυλικών χρωμάτων. Τοπία φυσικά ή φανταστικά, απεικονίσεις ζώων και πουλιών αλλά κυρίως συνδέσεις όπου κυριαρχούν γυμνές ανθρώπινες μορφές με προφανή την προβολή του αισθησιασμού που απορρέει από τη νωχελική στάση τού γυναικείου σώματος, καθώς και συνθέσεις αλληγορικές, αποτελούν τη θεματολογία του Έχοντας διερευνήσει τη δυναμική τής γραμμής και του χρώματος και έχοντας ασκηθεί στις σύγχρονες μορφοπλαστικές αντιλήψεις -ιδιαίτερα του κυβισμού και της αφαίρεσης-, οδήγησε τις αισθητικές του επιλογές σε μιαν απλή και σαφή γραφή που ανακαλεί υφολογικούς τύπους δανεισμένους από την αρχαία παράδοση μέσα στη νεοτερική αντίληψη ενός έντεχνα λαϊκού ύφους με υπερρεαλιστικές και εξπρεσιονιστικές συζεύξεις και κάποτε με συμβολιστικές αναφορές. Στο έργο του συνυπάρχει η θερμή καμπύλη του ανθρώπινου σώματος με τις σκληρές γραμμές των ιδεατών κτιριακών σχημάτων που προκύπτουν από τη σύζευξη και συνύπαρξη μορφών που εκφράζουν την ελληνική πολιτισμική συνέχεια. Απαλλαγμένα κατά κανόνα από την προοπτική, τα θέματα πληρούνται από διάχυτα χρώματα που χρησιμοποιούνται εμφατικά ως αποκαλυπτικά του
κλίματος που χαρακτηρίζει το έργο.